- τηλεπισκόπηση
- η, Ν(αστρον.-γεωλ.) τεχνική που έχει ως αντικείμενο την από απόσταση συλλογή πληροφοριών για τους πόρους τής γήινης επιφάνειας και βασίζεται κυρίως στην ανάλυση εικόνων ευρύτατης φασματικής κάλυψης οι οποίες έχουν ληφθεί σε διάφορα μήκη κύματος από όργανα εναέριων παρατηρήσεων σε αεροπλάνα ή από ειδικούς δορυφόρους.[ΕΤΥΜΟΛ. < τηλ(ε)-* + επισκόπηση. Η λ. αποτελεί απόδοση τού αγγλ. remote sensing].
Dictionary of Greek. 2013.